Ο άνθρωπος με βάση τα αισθητήρια όργανά του έχει δημιουργήσει μία εικόνα για τον χώρο έξω από το σώμα του με βάση την οποία πορεύεται στη ζωή του. Η εικόνα αυτή εν συνόλω αφορά τον περιβάλλοντα το σώμα του χώρο και τον χώρο πέραν αυτού.

Στη διαδικασία αυτή δημιουργούνται δύο πλήθη φαινομένων – εικόνων τα οποία είναι δύσκολο να καταμετρηθούν.

Για παράδειγμα αναφέρεται ότι όλες οι δυνατές εικόνες που μπορεί να δει καθένας είναι απεριόριστες καθόσον η οποιαδήποτε θέση του στο χώρο συνοδεύεται κάθε φορά και με διαφορετικές απεικονίσεις. Οι απεικονίσεις αυτές είναι τόσες όσες θέσεις μπορεί να λάβει το άτομο στο χώρο.

Οι χώροι τους οποίους μπορεί να καταλάβει το σώμα επί της γης είναι ευνόητο ότι είναι άπειρες, δεδομένου ότι κατά τη διάρκεια της ζωής είναι ακατόρθωτο να ευρεθεί ένας άνθρωπος σε όλα τα σημεία του πλανήτη. Αυτό το φαινόμενο δημιουργεί την έννοια του ‘αμέτρητου , τουτέστιν την έννοια του απείρου.

Το φαινόμενο του απείρου στον περιβάλλοντα χώρο μεγιστοποιείται εάν υποτεθεί ότι το άτομο τοποθετηθεί σε χώρους πέρα του περιβάλλοντός του. Με τον τρόπο αυτό δημιουργούνται δυο σαφώς διακριτές έννοιες στο ανθρώπινο νου. Η πρώτη είναι η έννοια της περιβαλλοντικής φύσης και η δεύτερη είναι η έννοια του διαστήματος ή του σύμπαντος.

Η περιβαλλοντική φύση είναι πιο συγκεκριμένη λόγω των αισθητηρίων ανθρώπινων οργάνων ενώ το σύμπαν είναι λιγότερο σαφές, προφανώς λόγω της αδυναμίας των αισθητηρίων οργάνων να «βλέπουν» μακριά.

Σε μία δεύτερη ανάγνωση αυτές οι δύο έννοιες πρέπει να είναι κάτω από ειδική λογική ματιά ταυτόσημες.

Το σύμπαν λόγω του υποτιθέμενου ατελείωτου χώρου του είναι η έννοια την οποία έχει κατ’ επανάληψη χρησιμοποιηθεί για να στεγάσει όσα δεν βλέπει ή όσα δεν κατανοεί ο άνθρωπος. Είναι, δηλαδή, ο χώρος που συσσωρεύει από αιώνων η ανθρωπότητα πλην αυτών που βλέπει, ανακαλύπτει ή/και αποδεικνύει, όπως είναι τα αστρικά σώματα, οι γαλαξίες και άλλα πολλά ουράνια φαινόμενα και αυτά που δεν ‘βλέπει’ ή δεν κατανοεί.

Ως παράδειγμα αναφέρεται ότι στο χώρο αυτό οι άνθρωποι εγκατέστησαν τον ή τους θεούς τους. Ειδικά οι Έλληνες στο βαθύ παρελθόν είχαν εγκαταστήσει τους θεούς τους στην κορυφή του Ολύμπου, πιθανότατα λόγω της αδυναμίας που υπήρχε τότε να προσεγγίσουν τις κορυφές αυτές, άλλοι δε λαοί τοποθετούσαν τους δικούς τους θεούς σε ανάλογες υψηλές κορυφές.

Φαίνεται ότι όταν τα υψηλά βουνά έγιναν προσιτά για τους ανθρώπους οι διάφορες θρησκείες, όπως αναφέρθηκε, χρησιμοποίησαν την απεραντοσύνη του σύμπαντος, ‘μετακομίζοντας’ προς τα εκεί τις θείες λατρείες τους.

Όλα αυτά δεικνύουν ότι η ανθρωπότητα τοποθετούσε, πιθανότατα δικαίως, τα θεία πιστεύω τους σε χώρους αμόλυντους, μακρινούς και απροσπέλαστους από την ανθρώπινη ύπαρξη.

Η συμπεριφορά αυτή των ανθρώπων να διαφυλάσσουν σε χώρους απρόσβλητους από τις ανθρώπινες συμπεριφορές τα θεία είναι μια προσπάθεια που πρέπει να συζητηθεί καθότι αυτό είναι ένα βασικό στοιχείο φιλοσοφικής έρευνας που μπορεί να οδηγήσει σε συμπεράσματα που θα βοηθήσουν στη κατανόηση του τι στη πραγματικότητα συμβαίνει στο σύμπαν.