Ο ανθρώπινος νους αναπτύσσεται μετά τη γέννηση του κάθε ατόμου.
Η ωρίμαση του νου εξαρτάται από διάφορους παράγοντες οι οποίοι αφορούν είτε το ίδιο το άτομο είτε το περιβάλλον μέσα στο οποίο αναπτύσσεται. Σημαντικό ρόλο στην ωρίμαση αυτή παίζουν οι εμπειρίες που αποκτώνται από τον καθένα.
Φαίνεται ότι οι διαδικασίες που ακολουθούνται κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του νου είναι, σε γενικές γραμμές, συγκεκριμένες και γονιδιακά καθορισμένες για όλα τα άτομα.
Το αποτέλεσμα όλων αυτών των διαδικασιών δεν είναι ακριβώς πανομοιότυπο σε όλους τους ανθρώπους. Παρόλα αυτά, όμως, εν τέλει οι βασικές δομές και τα βασικά νοηματικά εφόδια που αποκτούνται είναι στη συντριπτική πλειοψηφία των ατόμων παρόμοια.
Σύγχρονα, θα πρέπει να αναφερθεί ότι ενίοτε υπάρχουν και φυσικές αστοχίες στο τελικό αποτέλεσμα της συγκρότησης και κατασκευής του νου ενός ανθρώπου, αν και τούτο είναι εξαιρετικά σπάνιο.
Σε κάθε περίπτωση, σχεδόν όλα τα άτομα πορεύονται στη ζωή προικισμένα από τη φύση με τις απαραίτητες νοηματικές λειτουργίες.
Είναι ευνόητο, επίσης, ότι όπως όλα τα έμβια όντα έτσι και ο άνθρωπος απολαμβάνει και πολλών άλλων λειτουργιών χρήσιμων για τη διεκπεραίωση των απαραίτητων ενεργειών, οι οποίες χαρακτηρίζουν συνολικά το φαινόμενο της ζωής.
Πολλά είναι αυτά που μπορεί να συμβούν σε οποιοδήποτε άτομο όπως, επίσης, πολλοί είναι οι παράγοντες τους οποίους πρέπει ο κάθε άνθρωπος να αντιπαλέψει, να συνεκτιμήσει και να αντιμετωπίσει για να μπορέσει να στήσει σε κάθε βήμα της καθημερινότητας τις απαραίτητες συνθήκες για την επιβίωση του.
Συνεπώς γίνεται ορατό ότι υπάρχει ένα ασταθές, καταρχήν, περιβάλλον το οποίο δημιουργεί στα άτομα μία σαφή αίσθηση αβεβαιότητας.
Ασφαλώς η φύση θωρακίζει με αρκετά εφόδια τον άνθρωπο για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες που θα βρει. Παρόλα αυτά, τόσο τα σωματικά όσο και τα νοηματικά εφόδια που παρέχονται στο άτομο δεν είναι πάντα σίγουρο ότι θα το απαλλάξουν οπωσδήποτε από τον κίνδυνο της αποτυχίας σε οποιοδήποτε πρόβλημα πρόκειται να αντιμετωπίσει.
Φαίνεται ότι τα σωματικά προσόντα κάποιου, αν και είναι απόλυτα απαραίτητα για να μπορέσει να αντιμετωπίσει αυτά που είναι αναγκαία για τη ζωή του, πρέπει να ενεργοποιηθούν και να δράσουν κάτω από απόλυτη συνεργασία και συνέργεια με τις νοηματικές του δυνατότητες.
Τούτο αν και φαίνεται απόλυτα λογικό και απαραίτητο, δεν είναι πάντοτε εφαρμόσιμο ή τουλάχιστον η συνεργασία αυτών των δύο οντοτήτων δεν είναι πάντοτε σχεδιασμένη από τον καθένα με τη δέουσα επιμέλεια. Ένα απλό παράδειγμα είναι το γεγονός ότι, ενίοτε ο άνθρωπος δρα βίαια και παρορμητικά χωρίς να διακατέχεται από το αίσθημα της αυτοσυγκράτησης και χωρίς να έχει ενεργήσει μετά από τον απαραίτητο νοηματικό σχεδιασμό.
Συνεπώς, αν και ο νους έχει εκτός των άλλων τη δυνατότητα να μετριάζει, αν όχι να εξαλείφει, την αβεβαιότητα των ανθρωπίνων πράξεων θα πρέπει οι σωματικές δυνάμεις του κάθε ατόμου να προσαρμόζονται, να υπακούν και να συνεργάζονται με τις νοηματικές του δυνατότητες για να επιτευχθούν τα βέλτιστα αποτελέσματα γι’ αυτόν.
Θα πρέπει ο κάθε άνθρωπος να μη λησμονεί ότι ο νους μπορεί να τον οδηγεί σε μία κατάσταση μεγαλύτερης βεβαιότητας έναντι μιας άλλης αβέβαιης δοθέντος ότι, αυτός χαρακτηρίζεται από ένα μεγάλο προσόν σε σύγκριση με τις σωματικές δυνατότητες ενός ατόμου.
Το προσόν αυτό έγκειται στο γεγονός ότι ο ανθρώπινος νους έχει την ευχέρεια να επιστρέφει στο παρελθόν, πράγμα αδύνατο, όσον αφορά, το ανθρώπινο σώμα.
Με αυτό τον τρόπο το κάθε άτομο δύναται να αναμοχλεύει τις κτηθείσες εμπειρίες και να αποφασίζει με μεγαλύτερη ασφάλεια και βεβαιότητα για αυτά που πρόκειται να πράξει.
Όσο η εμπειρίες του καθενός πολλαπλασιάζονται, τόσο σμικρύνεται η αβεβαιότητα αυτών που ενδέχεται να συμβούν με τις μελλοντικές ενέργειες του.
Είναι γνωστό ότι οι σωματικές δυνατότητες των ανθρώπων, από κάποιο σημείο και μετά, ελαττώνονται με το πέρασμα του χρόνου.
Αντίθετα, με το πέρασμα του χρόνου ο νους δυναμώνει ουσιαστικά λόγω των περισσοτέρων εμπειριών που αποκτά.
Αυτό δίνει ένα μεγάλο πλεονέκτημα στο άτομο, καθόσον αυτό έχει τη δυνατότητα να μεγαλώνει τις πιθανότητες ώστε αυτά που πρόκειται να συμβούν να είναι περισσότερο βέβαια παρά αβέβαια.
Αυτό έρχεται σε ευθεία συνάρτηση με την ανθρώπινη λογική, η οποία ασφαλώς και εκφράζεται μέσω του νου.
Άρα η ανθρώπινη λογική γίνεται ασφαλέστερη και γιγαντώνεται με το πέρασμα του χρόνου, βασιζόμενη βέβαια στη πυκνότητα των εμπειριών που συσσωρεύει ο νους.
Το γεγονός αυτό εξηγεί τη μεγάλη αγαλλίαση που νοιώθει το άτομο όταν ο νους περιπλανιέται στο παρελθόν. Αυτό είναι συνέπεια ενός ασφαλούς ταξιδιού μέσα σε ένα περιβάλλον βέβαιο χωρίς ίχνος αβεβαιότητας, εφόσον η ανθρώπινη λογική έχει ήδη αποφασίσει και το άτομο έχει ήδη πράξει με βάση αυτές τις αποφάσεις.
Η περιπλάνηση του νου στο παρελθόν είναι πολλές φορές επιλεκτική, όταν δεν απαιτείται να πάρει αποφάσεις για το παρόν ή για το μέλλον. Η επιλεκτικότητα αυτή αντανακλάει στην αφαίρεση δύσκολων καταστάσεων ή γεγονότων που έχουν προκαλέσει πόνο στο παρελθόν. Είναι βέβαια δυνατόν οι στιγμές παρελθούσης δυστυχίας ενός ατόμου να μην είναι δυνατόν να απαλειφθούν από την μνήμη. Έστω και έτσι, τα πολλά άλλα παρελθόντα γεγονότα της ζωής απαλύνουν εν μέρει το πόνο, σταλάζοντας το βάλσαμο του χρόνου που έχει περάσει.
Εν τέλει, όταν ο άνθρωπος βυθίζεται στο παρελθόν, συνήθως, νοιώθει ευλογία και αγαλλίαση γιατί αναπολεί τις καλές και ευτυχισμένες στιγμές ή έστω και γεγονότα χωρίς ιδιαιτερότητες και έχει με αυτό τον τρόπο τη πεποίθηση ότι όλα αυτά είναι βέβαια, σταθερά χωρίς να επιδέχονται καμία αλλαγή.
Η υπαγωγή στο παρελθόν γίνεται για να δειχθεί πώς αισθάνεται κάποιος που ζει σε ένα βέβαιο περιβάλλον σε αντιδιαστολή με το παρόν και το μέλλον που υποκρύπτουν το αβέβαιο.
Συμπερασματικά θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι στη ζωή εμπεριέχεται σαφώς η έννοια της αβεβαιότητας.
Ο νους και η ανθρώπινη λογική προσπαθούν να επανακαθορίζουν τον προσανατολισμό της ζωής στη βεβαιότητα.