Η ανθρώπινη επικοινωνία γίνεται μέσω του λόγου. Τούτος, ουσιαστικά, συνιστά την έκφραση των σκέψεων κάθε ατόμου. Οι μορφές του λόγου είναι αρκετές, αν και κυριαρχεί κυρίως ο προφορικός και ο γραπτός λόγος. Άλλο αξιόλογο παράδειγμα λόγου είναι ο εικαστικός ή/και ο λογοτεχνικός. Ένας ζωγράφος εκφράζει τις σκέψεις του μέσω ενός έργου του και ουσιαστικά επικοινωνεί με αυτό τον τρόπο με τους ανθρώπους. Κάθε άτομο, δηλαδή, επεξεργαζόμενο ένα ζωγραφικό πίνακα προσπαθεί να «αποκρυπτογραφήσει» το μήνυμα του δημιουργού. Με αυτή την έννοια ο πίνακας μπορεί να θεωρηθεί ως μία εκφραστική εκφορά της σκέψης του ζωγράφου. Παρόμοια, ένα λογοτεχνικό δοκίμιο, εκφράζει είτε άμεσα είτε έμμεσα τις σκέψεις του συγγραφέως. Η άμεση άποψη του δημιουργού εντάσσει το λόγο στην κατηγορία του γραπτού λόγου ενώ η έμμεση μορφή συνιστά την καλλιτεχνική μορφή του.

Η αφηρημένη μορφή λόγου, είναι μία εξαιρετικά σημαντική μορφή λόγου. Τούτο λέγεται με την έννοια ότι αυτή η μορφή παρουσιάζει σημαντικές ιδιαιτερότητες. Με αυτό τον τρόπο λόγου, μεταφέρονται πλήθος ιδεών και απόψεων συνδεδεμένων με σημαντικά ανθρώπινα γεγονότα. Η έκφραση ενός ανθρώπου κυρίως γραπτά ή/και προφορικά με αυτή την αφηρημένη μορφή λόγου, δίνει την δυνατότητα σε αυτόν που θα επεξεργαστεί στη συνέχεια τα νοήματα αυτά να αποκομίσει ένα εξαιρετικά μεγάλο όγκο ιδεών και απόψεων. Με τον τρόπο αυτό επικοινωνούν ευφυείς συγγραφείς και λογοτέχνες με τους ανθρώπους, διευρύνουν τους νοηματικούς τους ορίζοντες, μεταφέρουν πρωτότυπες και καινοτόμες απόψεις με έργα που παραμένουν πάντα επίκαιρα και τα οποία συνήθως «αντέχουν» στο πέρασμα του χρόνου. Τέτοια έργα είναι γνωστά, κοσμούν την παγκόσμια λογοτεχνία και οι συγγραφείς τους παραμένουν στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Γενικά, οι σκέψεις που εκφράζουν τα άτομα είτε προφορικά, είτε γραπτά, είτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία, όσον αφορά την ορθότητα τους. Τούτο λέγεται με την έννοια ότι η ορθότητα του λόγου παρουσιάζει και αυτή μία μεγάλη αντικειμενική διακύμανση καθόσον δεν είναι πάντοτε σαφές κατά πόσον ένας εκφραζόμενος λόγος είναι ορθός ή όχι.

Θα αναφερθούν δύο παραδείγματα για να δειχθεί πόσο δύσκολο είναι πολλές φορές να αποφανθεί κάποιος για την ορθότητα του λόγου.

Παράδειγμα πρώτο:

«Οι κοινωνίες πρέπει να προσπαθούν ώστε οι άνθρωποι να ζουν ευτυχισμένοι»

Εκ πρώτης όψεως ο λόγος αυτός είναι ορθός και πρέπει να τηρείται σε κάθε περίπτωση. Εάν, όμως, οι κυβερνώντες με βάσει αυτή την άποψη λειτουργήσουν ώστε να επιτύχουν αποτελέσματα που θα εξυπηρετούν μία μερίδα του κοινωνικού συνόλου και όχι όλο τον πληθυσμό, τότε ο λόγος γίνεται αιτία διαφορετικών αποτελεσμάτων από τα αναμενόμενα ή/και τα υποσχόμενα. Τότε ο λόγος αυτός γίνεται μη ορθός.

Παράδειγμα δεύτερο:

«Ένας άνθρωπος έχει το δικαίωμα να προστατεύει τον εαυτό του»

Εάν ένα άτομο υποστεί κάποια επίθεση από κάποιον όπου αποσκοπεί να τον βλάψει, τότε έχει το δικαίωμα να αμυνθεί με τρόπο τέτοιο ώστε να προστατεύσει τον εαυτό του. Στην περίπτωση αυτή ο παραπάνω λόγος είναι ορθός.

Αντίθετα, εάν ένα άτομο «χρησιμοποιήσει» τον άνωθεν ορθό λόγο για να βλάψει έναν άλλο άνθρωπο προφασιζόμενος, έστω και ειλικρινά, αιτία προσωπικής άμυνας ενώ δεν έχει λάβει χώρα επιθετικό γεγονός εις βάρος του, τότε ο λόγος «χάνει» την ορθότητα του και γίνεται μη ορθός.

Άρα είναι σαφές ότι, ο ανθρώπινος λόγος εκφραζόμενος, απαιτεί πολλούς παράγοντες για να αποδειχθεί εάν είναι ορθός ή μη ορθός, με κυρίαρχο στοιχείο πάντοτε το τελικό αποτέλεσμα.

Ένα συμπέρασμα που θα μπορούσε να αναφερθεί για τον ορθό ανθρώπινο λόγο, που ουσιαστικά αναφέρεται στην διάκριση του προφορικού και του γραπτού λόγου, είναι το κατωτέρω:

«Ο προφορικός ορθός λόγος είναι βραχύβιος, δηλαδή στιγμιαίος, ενώ ο γραπτός είναι μακρόβιος, δηλαδή διαχρονικός. Ο πρώτος εκτιμάται ως κραταιός όταν εκφωνείται, ενώ ο δεύτερος αποκαλύπτεται κραταιός όταν διαβάζεται»